Πέμπτη 21 Απριλίου 2011

Μια αξέχαστη γνωριμία και η λαμπάδα της Αλεξάνδρας


Το ραντεβού με την κουμπάρα μου και την Αλεξάνδρα την βαφτισιμιά μου κλείστηκε από την περασμένη εβδομάδα. Μεγάλη Τρίτη απόγευμα, για να συνδυάσουμε την Πασχαλιάτικη επίσκεψη με μια βραδυνή έξοδο. Είχα αποφασίσει να μην χρησιμοποιήσω το αυτοκίνητο, γιατί κάθε φορά που το κάνω, πρέπει μετά να παίρνω βαλεριάνες για τρεις μέρες για να συνέλθω. Πήρα το ΚΤΕΛ λοιπόν, ταπώθηκα και με τις αγαπημένες μου μουσικές και κίνησα – το μικρό, τρελό μαναβάκι – χαρωπό για το κλεινόν άστυ.

Η διαδρομή όπως πάντα όμορφη με το λεωφορείο. Κινείται παραλιακά και από το παράθυρο έχεις την ευκαιρία να λιαστείς και ταυτόχρονα να χαζέψεις με τα δισεκατομμύρια τόνων γαλάζιου χρώματος που απλώνεται κατά μήκος της παραλιακής γραμμής του Σαρωνικού. Ήλιος, όμορφες, μουσικές, θάλασσα, τι άλλο να ζητήσει ένας ταξιδιώτης!
Τα πράγματα αρχίζουν να σκουραίνουν όταν μπαίνεις στην πόλη διασχίζοντας την βιομηχανική ζώνη Ελευσίνας – Ασπροπύργου. Ω τι κόσμος μαμά! Καπνοί από τις τσιμινιέρες των εργοστασίων, κίνηση, μεγάλες δεξαμενές γεμάτες απροσδιόριστα, περίεργα υγρά κατά μήκος του δρόμου, μυρωδιά υγραερίου αναμεμειγμένη με καυσαέρια από τις εκατοντάδες νταλίκες που διασχίζουν το δρόμο.

Μετά  από αμέτρητα σταμάτα-ξεκίνα, φτάσαμε στην Αθήνα.

Αχ Αθήνα! Η πρωτεύουσα απλωνόταν μπροστά μου σε όλο της το μεγαλείο! Διπλοπαρκαρισμένα παντού, τρελαμένοι οδηγοί να χώνονται και να σταματούν όπου έβρισκαν. Μηχανάκια να περνάνε με ιλιγγιώδεις ταχύτητες  ανάμεσα από τα σταματημένα αυτοκίνητα. Φωνές και ανοικτές παλάμες γύρω μου να με περικυκλώνουν, βρισιές και μαγκιές, νταλίκες δίπλα μας να εκπέμπουν καυσαέρια κατά βούληση, οι οδηγοί στα φανάρια να παλεύουν με τους μετανάστες που ήθελαν οπωσδήποτε να τους καθαρίσουν τα τζάμια, ταξιδιώτες που έρχονταν και έφευγαν. Μια διαρκής ροή, ένα συνεχόμενο βουητό, μια πόλη που ποτέ δεν κοιμάται.

Γι’ αυτό εμένα ο αγαπημένος μου κόσμος στην Αθήνα είναι ο υπόγειος. Το Μετρό. Εκεί όπου τίποτα άλλο δεν ακούγεται, παρά μόνο το ανατριχιαστικό σύρσιμο του βαγονιού στις ράγες και η μονότονη, ηχογραφημένη φωνή της εκφωνήτριας των αναγγελιών. Ο ίδιος κόσμος που πάνω στη γη παθαίνει υστερία, κάτω από τη γη μεταμορφώνεται. Ησυχάζει, ακολουθεί τη ροή, είναι ευγενικότερος, διαφορετικός.
Τα προβλήματα θεωρώ ότι αρχίζουν στην επιφάνεια. Εκεί που η ανθρώπινη παρουσία όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει. Που παίρνει θάρρος από την έντονη παρουσία της ανάμεσα στα άλλα είδη και αρχίζει το ξεσάλωμα.

Και ας πούμε ένα παράδειγμα : Βγαίνοντας λοιπόν από το Μετρό στο Μέγαρο Μουσικής, σταματάω ένα ταξί για να πάω στην Καλλιθέα. Το πρόβλημα ξεκίνησε από εμένα βέβαια, που σταμάτησα ταξί που είχε κι άλλους μέσα….
Το παλικάρι, γνήσιος ΝεοΈλληνας γαλουχημένος με όλες αυτές τις πολύτιμες αξίες (ύφος, μαγκιά, κλανιά και πούλημα μούρης, λαμογιά και κουτοπονηριά) που τόσα χρόνια κυριαρχούν στις ζωές μας και που εμείς κάνουμε πως δεν βλέπουμε και λέμε δε βαριέσαι. Γύρω στα 25 ήταν αυτό που λέμε απόλυτα ταυτισμένος με την έννοια «μπίχλας-λαμόγιος-ταρίφας». Είχα την ατυχία να κάτσω μπροστά, δίπλα του. Μόλις άνοιξε το στόμα του να μου μιλήσει, αισθάνθηκα σαν σε άλλο κόσμο. Σε έναν κόσμο που η οδοντόκρεμα δεν είχε ακόμα ανακαλυφθεί.
Το ταξίμετρο δούλευε εκείνη την ώρα, αλλά όπως μου εξήγησε μετά που το έσβησε, «εγώ ξέρω πόσο κοστίζει κάθε κούρσα, δεν είναι ανάγκη να βάζω ταξίμετρο». Η κοπέλα που ήταν μέσα πριν από μένα ήταν ελαφρώς φρικαρισμένη, μη σου πω έξαλλη, έτοιμη να τον δαγκώσει. Εγώ κάτι ψυλλιάστηκα, αλλά δεν έδωσα σημασία. Φτάσαμε στο Σύνταγμα. Εκείνη κατέβηκε και μάλιστα του ζήτησε και απόδειξη η θρασύτατη! Φυσικά, μας πούλησε το απαραίτητο παραμύθι «για να κόψω απόδειξη πρέπει να σβήσω το ταξίμετρο, αλλιώς δε δουλεύει η ταμειακή. Ορίστε τώρα, για να κόψω σε σένα απόδειξη, θα σβήσω την κούρσα της κοπέλας» (εγώ ήμουν η κοπέλα που θα έμενε χωρίς ταξίμετρο). Τελικά την έκοψε την απόδειξη με ένα ύφος λες και θα τελείωνε η ζωή του εκεί.
 «Άντε μαλάκω», την ξεπροβόδησε με το που βγήκε από το όχημα. Αμ πως! Μόλις λοιπόν η κοπέλα κατέβηκε, άρχισε να απομακρύνεται τρέχοντας, πράγμα που θα έπρεπε να με κάνει να υποψιαστώ, αλλά εγώ εκεί, μαναβάκι…
Προχωρώντας, μου λέει ο μπίχλας-λαμόγιος-ταρίφας (δεν μου αρέσει αυτή η λέξη, αλλά σε αυτή την περίπτωση ταιριάζει γάντι. Για να το θέσω πιο σωστά, γι’ αυτόν συγκεκριμένα έχει βγει αυτή η λέξη): «Την πήρα τη μαλάκω από το «Παίδων» για Σύνταγμα και ήθελε να βάλω και το ταξίμετρο» Άκου θράσος δηλαδή!!!! Ήθελε και ταξίμετρο η πελάτισσα στο ταξί!
Συνεχίζει : «Αφού εγώ ξέρω, 5 ευρώ είναι η κούρσα. Και σα να μην έφτανε αυτό, μου είπε η μαλάκω (το συνεχίζει) ότι θα την πληρωνόταν από το αφεντικό της την κούρσα. Ψέματα μου έλεγε».
Εγώ εκείνη την ώρα σκεφτόμουν να νευριάσω, αλλά ταυτοχρόνως ανέπνευσα και  είπα να μην το κάνω. Μόνο μια μέρα θα έμενα στην Αθήνα, κρίμα ήταν…
Τότε τον ρωτάω η αφελής : «Καλά, κι εσύ γιατί δεν βάζεις το ταξίμετρο και τους επιτρέπεις να σε προσβάλλουν;» Είπα να τον πάρω με το μαλακό, πήγαινε και σαν μανιακός μέσα στη Φιλελλήνων…
Απάντηση μπίχλα-λαμόγιου-ταρίφα με το μισοκακόμοιρο ύφος αυτού που κάποιος τον μαστιγώνει μέρα-νύχτα αλυσοδεμένο: «Μιλάς κι εσύ, αλλά εσύ δεν πληρώνεις φόρο!!!!».
Εκεί ένιωσα να με χτυπάει τσουνάμι ηλιθιότητας πηχτής και πυκνής, χρόνια μπουκωμένης στον εγκέφαλό του, που έχει γεμίσει τους πόρους και τα κύτταρα αυτού του τίμιου Έλληνα ταξιτζή. Εκεί ήταν που παραιτήθηκα από την προσπάθεια επικοινωνίας. Θυμάμαι μόνο ότι του απάντησα κάτι για μισθωτούς και κρατήσεις από το μισθό μας κάθε μήνα και εκεί διακόπηκε η σύνδεση και άρχισα να κοιτάω το υπερπέραν παλεύοντας με την απόλυτη παρόρμησή μου να τον στολίσω με όλα τα μπινελίκια που γνωρίζω, και να κατέβω. Βέβαια για μένα αυτή ήταν η στιγμή κατά την οποία ανακάλυψα ότι τα τόσα χρόνια διαλογισμού έχουν κάνει δουλειά. Κρατήθηκα! Δεν τον άρπαξα από το λαιμό!
Και περιορίστηκα μόνο στο να τρέμω από το φόβο μου από την ιλιγγιώδη ταχύτητα με την οποία οδηγούσε, τις σφήνες που έκανε και την ασταμάτητη χρήση της κόρνας που μπορούσε να τινάξει στον αέρα ακόμα και τα νεύρα του ίδιου του Βούδα.
Βέβαια, τα γυμνάσιά μου δεν σταμάτησαν εδώ, μόνο συνεχίστηκαν με μια συζήτηση περί του αν υπάρχει η Εφορία Ανωνύμων Εταιρειών (ΦΑΕΕ Αθηνών), η οποία ήταν και προορισμός μου και αφού το εξωτικό είδος μπίχλας-λαμόγιο-ταρίφας δεν την ήξερε (και πώς να την ξέρει, αφού δε σκοτίζεται να έχει και πολλές σχέσεις με την εφορία), άρα δεν υπήρχε! Και φυσικά εγώ που δεν είμαι του επαγγέλματος δεν ήξερα τι μου γίνεται! Απλά πράγματα!
Ευτυχώς, μετά από μια διαδρομή-ράλυ μέσα στην Αθήνα φτάσαμε κάποτε στη ρημαδοΚαλλιθέα και όπως είχαμε συμφωνήσει με τον μπίχλα-λαμόγιο-ταρίφα του έδωσα τα 6 του ευρώ και απομακρύνθηκα τρέχοντας. Μόνο τότε συνειδητοποίησα γιατί έτρεχε η άλλη κοπέλα στο Σύνταγμα….
Τον κοίταξα να απομακρύνεται και ένιωσα μεγάλη ανακούφιση. Δεν ήθελα να αρχίσω να σκέφτομαι, να μουρμουρίζω μόνη μου και να αναπτύσσω θεωρίες περί του γιατί γίνεται αυτό και ποιος φταίει για την κατάσταση. Εγώ μια λαμπάδα ήθελα να δώσω και να πιω καφέ με την Αμελί….

Ευτυχώς η επίσκεψη στην Αλεξάνδρα με αποζημίωσε πλήρως διότι μου δόθηκε η ευκαιρία να διαπιστώσω πόσο το πνευματικό παιδί μου έχει γίνει ολόκληρη κοπέλα, 9μιση ετών παρακαλώ, πόσο καταλαβαίνει και συνειδητοποιεί την πραγματικότητα γύρω της και πόσο τρυφερό κοριτσάκι έχει γίνει. Με άλλα λόγια έπιασε τόπο το λάδι…
Με περίμενε πως και πως. Είχε κάνει καθαριότητα στο δωμάτιό της, το οποίο και μου έδειξε με μεγάλη περηφάνια, μου είχε ετοιμάσει για δώρο ζωγραφιές από τα χεράκια της - τις οποίες μάλιστα έδειξε και στους φίλους της για να τις εγκρίνουν - έγραψε και μου διάβασε παραμύθι και μου έκανε σημαντικές ερωτήσεις πάνω σε αυτό, τις οποίες έπρεπε οπωσδήποτε να απαντήσω, στολίστηκε με τα ρούχα που της αγόρασα. Μιλήσαμε για βραχιόλια και κολιέ, χτενίσαμε τα μαλλιά μας παρέα, πασαλειφτήκαμε με τις σοκολάτες που φάγαμε και έτσι, μ’ αυτά και μ’ αυτά το σοκ της σύντομης γνωριμίας μου με τον ανεκδιήγητο μπίχλα-λαμόγιο-ταρίφα ξεχάστηκε γρήγορα.
Θα μείνει μόνο η ανάμνησή του (κι αυτή μακρινή) να μου θυμίζει για ποιόν ακριβώς λόγο δεν θα πρέπει να παραπονιέμαι που η χώρα μου έχει χρεοκοπήσει…

Επίσης έχω να πω, πως και αυτή η επίσκεψή μου στην Αθήνα εκτός από ψυχαγωγικό είχε και διδακτικό χαρακτήρα, γιατί με έβαλε να αναλογιστώ ποια είναι αυτά τα πράγματα που έχουν τη δύναμη να μας βγάλουν από τη μιζέρια και τη γκρίνια και να δώσουν μια αξία στη ζωή μας. Να μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Ας πούμε η αγκαλιά της Αλεξάνδρας…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου